- ηλιόδωρο
- Το πυριτικό ορυκτό βήρυλλος, όταν έχει τη μορφή πολύτιμου πετραδιού. Το η. είναι όμοιο με τη βήρυλλο – εκτός από το χρώμα, που είναι αποτέλεσμα παρουσίας διαφόρων εγκλείστων στην κρυσταλλική του δομή. Όταν τα έγκλειστα αυτά είναι οξείδιο του ουρανίου, το χρώμα του η. είναι χρυσοκίτρινο, ενώ όταν τα έγκλειστα είναι οξείδιο του σιδήρου, παρουσιάζει πρασινοκίτρινη απόχρωση. Οι κρύσταλλοι του η. είναι εξαγωνικοί και έχουν εκπληκτική υαλώδη λάμψη. Οι καθαροί κρύσταλλοι του η. χρησιμοποιούνται στην κοσμηματοποιία. Ο χημικός του τύπος είναι Be3Al2Si6O18 με πυκνότητα 2,6-2,9 gr/cm3 και σκληρότητα 7-8. Το η. απαντάται σε πηγματίτες και σε υδροθερμικά πετρώματα. Κυριότερα κοιτάσματά του βρίσκονται στην περιοχή Μίνας Ζεραΐς της Βραζιλίας, στην Ιταλία, στη Μαδαγασκάρη, στη Ναμίμπια, στα Ουράλια Όρη και σε διάφορες περιοχές των ΗΠΑ.
* * *το (ορυκτ.) χρυσοκίτρινη ποικιλία τής βηρύλλου* που αποτελεί πολύτιμο λίθο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heliodor < helio- (πρβλ. ηλιο-*) + dor (πρβλ. δώρο)].
Dictionary of Greek. 2013.